Ιστορική αναδρομή της σχέσης σχολείου και οικογένειας




Είναι γεγονός ότι οι σύγχρονες κοινωνίες είναι διαποτισμένες με τα επιτεύγματα της τεχνολογίας και της επιστήμης τα οποία επέφεραν ριζικές αλλαγές και εξελίξεις  σε πολλούς κοινωνικούς  και οικονομικούς θεσμούς , ανάμεσα  στους οποίους η οικογένεια και το σχολείο.

Οι αλλαγές αυτές  επέδρασαν καταλυτικά στη σύνθεση, την απασχόληση και στον κοινονικοποιητικό ρόλο της οικογένειας. Η οικογένεια δεν είναι πια πολυμελής με τους γονείς και τα παιδιά, τον παππού και τη γιαγιά κάτω από την ίδια στέγη . Έγινε πυρηνική με το συζυγικό ζεύγος κι ένα ή το πολύ δύο παιδιά, ενώ δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις και των μονογονεϊκών οικογενειών. Επιπλέον η επαγγελματική απασχόληση και των δύο γονέων μείωσε το χρόνο της συνύπαρξης και της επικοινωνίας με τα παιδιά τους, με αποτέλεσμα πολλά παιδιά να παραμένουν μόνα στο σπίτι κατά την ώρα εργασίας των γονέων τους.

Από την άλλη πλευρά το σχολείο είναι ο δεύτερος θεσμός που ασκεί αγωγή και κοινωνικοποίηση, από την παιδική ηλικία και μετά.. Το σχολικό περιβάλλον αποτελεί ένα υποσύστημα της κοινωνίας στους κόλπους του οποίου το παιδί καλείται να ολοκληρώσει την προσωπική και κοινωνική του ταυτότητα.

Κάθε φορέας από αυτούς επιτελεί το δικό του ρόλο στην αγωγή και κοινωνικοποίηση του αναπτυσσόμενου ατόμου. Για να επιτελέσουν το έργο τους αποτελεσματικότερα , αφού και οι δυο ενδιαφέρονται για το παιδί, τα ευρήματα των ερευνών συγκλίνουν όλο και περισσότερο προς την άποψη ότι η οικογένεια και το σχολείο είναι ανάγκη να συνεργαστούν ουσιαστικά για την άρση των αντιθέσεων/αντιφάσεων που άλλοτε έκδηλα και άλλοτε υπόρρητα αναστέλλουν την ουσιαστική συνεργασία τους.


     Σχολείο και οικογένεια: Μια σχέση υπό αμφισβήτηση



Το πρόβλημα της σχέσης ανάμεσα στους γονείς και το σχολείο είναι τόσο παλιό όσο και η ύπαρξη της θεσμοθετημένης εκπαίδευσης. Πρωτοεμφανίστηκε στην Ευρώπη το 18ο και 19ο αιώνα, όταν καθιερώθηκε η δημόσια υποχρεωτική εκπαίδευση (Μπρούζος 1998:160). Οι μεταβολές που επήλθαν στο θεσμό της οικογένειας τους τελευταίους δύο , τρεις αιώνες ήταν πολλές και ποικίλες σε περιεχόμενο. Οι κυριότεροι συντελεστές τους ήταν η άνοδος της αστικής τάξης, που επέβαλε ένα νέο τρόπο ζωής  και οι κοινωνικές συνθήκες που αναπτύχθηκαν στις βιομηχανικές πόλεις και τη σύγχρονη κοινωνία. (Τσαούσης 2006:447)

 Ένα από τα κυριότερα χαρακτηριστικά που διέπει την οικογένεια στη προβιομηχανική εποχή ήταν η «αυτάρκεια»  ως προς την παραγωγή και την κατανάλωση  αγαθών, που της επέτρεπε να στηρίζεται στις  δικές της δυνατότητες, διατηρώντας την κοινωνική της ενδοστρέφεια. Ως εκ τούτου, η οικογένεια μέσα από παραδοσιακές μορφές αγωγής προετοίμαζε το παιδί για τη ζωή προσφέροντας του όχι μόνο το πλαίσιο της δράσης και τον ενστερνισμό των αξιών και των αντίστοιχων ρόλων, αλλά και τις ικανότητες/δεξιότητες που ήταν απαραίτητες για την αντιμετώπιση των αναγκών της ζωής . Σε αυτήν την παραδοσιακή μορφή αγωγής ο τόπος κατοικίας  συνέπιπτε με τον τόπο εργασίας. Τα αναπτυσσόμενα άτομα είχαν τη δυνατότητα από πολύ νωρίς να παρακολουθούν και να μαθαίνουν τους τρόπους και τις συνθήκες εργασίας, μαθαίνοντας τα μυστικά της τέχνης μέσα από ένα είδος μαθητείας. Κυριαρχούσαν έτσι οι άτυπες μορφές αγωγής, σύμφωνα με τις οποίες ο χώρος της ίδιας της ζωής ήταν και χώρος αγωγής και προετοιμασίας για τη ζωή (Πυργιωτάκης: 2.000, 2008, Τσαούσης: 2006).

Η θριαμβευτική είσοδος της μηχανής στην παραγωγική διαδικασία των αναπτυσσόμενων χωρών προκαλεί ριζικές αλλαγές στους τρόπους και τα μέσα παραγωγής και αναδιατάσσει τις παραγωγικές σχέσεις. Οι άνθρωποι βαθμιαία εγκαταλείπουν την αρχική τους εστία και σπεύδουν να αναλάβουν εργασία στους νέους τρόπους παραγωγής. Παρατηρήθηκε ένα μεγάλο κύμα εσωτερικής και εξωτερικής μετανάστευσης  προς την Αμερική αλλά και προς τις βιομηχανικά αναπτυσσόμενες χώρες  της Βόρειας και Κεντρικής Ευρώπης που είχε ως αποτέλεσμα την ανάμειξη των πληθυσμών και των πολιτισμικών αξιών. Επιπλέον καθώς η οικονομία απαιτεί όλο και περισσότερο εργατικά χέρια, η γυναίκα εισέρχεται στο σύστημα απασχόλησης και προκύπτει η ανάγκη φύλαξης και προστασίας των παιδιών.[1]

Στο πλαίσιο αυτό η οικογένεια και άλλοι άτυποι φορείς εκπαίδευσης δεν μπορούσαν πλέον να ανταποκριθούν στις αυξημένες και εξειδικευμένες αυτές απαιτήσεις των σύγχρονων κοινωνιών. Το νέο οικογενειακό σχήμα έπαψε να αποτελεί κλειστό οικονομικό σύστημα παραγωγής και κατανάλωσης. Το άνοιγμα προς την κοινωνία έγινε αναπόφευκτο και επιβεβλημένο από τις νέες συνθήκες. Στο πλαίσιο αυτών των ανακατατάξεων της βιομηχανικής εργασίας κρίνεται απαραίτητη η καθολική εκπαίδευση την οποία αναλαμβάνουν να ικανοποιήσουν τα ισχυροποιημένα κράτη. Πρέπει να τονιστεί επίσης ότι στην γενίκευση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης συνέβαλε και ο Διαφωτισμός , που απέβλεπε στην απαλλαγή της σκέψης από θρησκοληπτικές αντιλήψεις και δεισιδαιμονίες καθώς και η δημιουργία του έθνους κράτους. Μ΄ αυτό τον τρόπο μια από τις κύριες λειτουργίες που αναγκαστικά πλέον μετατέθηκε από την αρμοδιότητα της οικογένειας στην αρμοδιότητα του κράτους ήταν η εκπαιδευτική λειτουργία.

Συνοψίζοντας τα παραπάνω θα λέγαμε ότι μερικοί από τους σημαντικότερους παράγοντες που οδήγησαν προς αυτήν την κατεύθυνση  είναι οι παρακάτω:[2]

·   Ο διαχωρισμός ανάμεσα στον τόπο κατοικίας και στον τόπο εργασίας καθώς τα παιδιά δεν μετείχαν πια στην παραγωγική διαδικασία και κατά συνέπεια δεν είχαν την ευκαιρία να μαθητεύσουν κοντά στους μεγάλους για να μάθουν τις κατάλληλες γνώσεις και ικανότητες.

·   Οι ικανότητες που απαιτούνταν για την νέα παραγωγική διαδικασία ήταν πολυσύνθετες και δεν δύναται να μεταδοθούν στα παιδιά από την οικογένεια με τις παραδοσιακές μορφές τέχνης.

·   Οι νέοι τρόποι παραγωγής απαιτούσαν εξορθολογισμό και κατανομή της εργασίας. Αυτό προϋπόθετε ανεβασμένο εκπαιδευτικό επίπεδο και αυξημένες ικανότητες όλων όσων μετείχαν στην παραγωγική διαδικασία.

·   Η δημιουργία του εθνικού κράτους βασίστηκε εν πολλοίς στην πολιτισμική ομοιογένεια.[3] η καλλιέργεια της οποίας ανατέθηκε στο εκπαιδευτικό σύστημα


Στο νέο αυτό οικογενειακό σχήμα, ο αριθμός των παιδιών είναι αρκετά περιορισμένος και η εκπαίδευσή τους έχει ανατεθεί στην Πολιτεία.  Αναπτύσσεται έτσι το Κοινωνικό κράτος πρόνοιας, το οποίο τόσο στην περίπτωση της παιδείας όσο και σε άλλες περιπτώσεις-υγεία, πρόνοια, περίθαλψη, φροντίδα ηλικιωμένων-παρεμβαίνει στον εσωτερικό χώρο της οικογένειας και με τους οργανωμένους θεσμούς αναλαμβάνει λειτουργίες, οι οποίες σε προγενέστερα σχήματα ανήκαν στην αποκλειστική αρμοδιότητα της οικογένειας.




[1] Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειώσουμε ότι η οικογένεια όπως διαμορφώθηκε στη βιομηχανική εποχή υπέστη συρρίκνωση ως προς τον αριθμό των μελών και γενεών που εκπροσωπούνται σε αυτή. Με βάση την καταγωγή μπορούμε να πούμε πως κάθε άτομο ανήκει σε δύο οικογένειες: την οικογένεια προσανατολισμού, τη γονεϊκή δηλ. οικογένεια και την οικογένεια αναπαραγωγής που συγκροτεί με τη σύζυγό του. Βλ περισσότερα γι’ αυτό: Τσαούσης  Δ. Γ.( 2006), Η Κοινωνία του Ανθρώπου: σ. 446. Αθήνα :Gutenberg,

[2] Πυργιωτάκης  Ε. Ι. (2000), Εισαγωγή στην παιδαγωγική επιστήμη: σ. 175, Αθήνα :Ελληνικά Γράμματα


[3]  «Στο σύγχρονο έθνος κράτος το σχολείο εξασφαλίζει τη συγκρότηση, την εδραίωση και την της εθνικής ταυτότητας μέσα από τα μαθήματα που προάγουν την εθνική διαπαιδαγώγηση: ιστορία, γλώσσα γεωγραφία…» Φραγκουδάκη, Ά., Δραγώνα. Θ., (1997), Τι είναι η πατρίδα μας; Αθήνα: Αλεξάνδρεια 

Βιβλιογραφία 



       Μπρούζος, Α. (1998). Ο Εκπαιδευτικός ως λειτουργός Συμβουλευτικής και Προσανατολισμού- Μια ανθρωπιστική θεώρηση της εκπαίδευσης. Εκδόσεις: Λύχνος
Πυργιωτάκης, Ι. Ε. (1999). Εισαγωγή στην παιδαγωγική επιστήμη. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα  
Τσαούσης, Δ. Γ. (2006). Η Κοινωνία του Ανθρώπου. Αθήνα: Gutenberg
foto: https://c1.staticflickr.com/9/8448/8009034240_5c197a3e62_b.jpg

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

CARL ROGERS: ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΡΑΞΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Ενσυναίσθηση- Ενεργητική ακρόαση