ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΤΗΣ ΣΧΕΣΗΣ "ΕΜΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΛΛΟΙ"


                                    

Αντιρατσιστική προσέγγιση της  σχέσης "Εμείς και οι Άλλοι"
Οι παρακάτω θεωρητικές προσεγγίσεις έχουν ως κοινό αντικείμενο ανάλυσης τη σχέση μεταξύ του «Εμείς και των Άλλων». Διαφοροποιούνται όμως σημαντικά ως προς τον τρόπο προσέγγισης, καθώς και ως προς τη θεωρητική τους προέλευση.


   Ένα από τα βασικότερα κίνητρα της πολυπολιτισμικής εκπαίδευσης συνδέεται άμεσα με την προσδοκία της αποτελεσματικότερης αντιμετώπισης του ρατσισμού και της κοινωνικής ανισότητας.


    Στο πλαίσιο αυτό με τον όρο «ρατσισμός» εννοούμε ένα πλέγμα αντιλήψεων, προκαταλήψεων στάσεων, συμπεριφορών ή θεσμοθετημένων μέτρων που αναγκάζει ορισμένους ανθρώπους σε υποτελή διαβίωση, καθώς ανήκουν σε μια διακριτή κατηγορία ανθρώπων. Ως δικαιολογία για τις διακρίσεις χρησιμοποιείται η διαφορετικότητα της ομάδας στην οποία προσάπτεται συχνά μια υποτιθέμενη κατωτερότητα ή και επικινδυνότητα. Το φάσμα της υποτελούς διαβίωσης είναι ευρύ. Έχει όμως πάντοτε ως πυρήνα τον αποκλεισμό από δημόσια και κοινωνικά αγαθά ή την ανισότιμη συμμετοχή σ’ αυτά (Τσιάκαλος 2000: 77).


     Η αντιρατσιστική εκπαίδευση κινείται στα πλαίσια της κριτικής κοινωνικής θεωρίας και συνδέεται με τα αντίστοιχα πολιτικά κινήματα στον αγγλοσαξονικό χώρο (Η.Π.Α, Βρετανία). Παρόλο που ο ρατσισμός εστιάζεται τόσο σε ατομικό επίπεδο (αντιλήψεις, στάσεις στερεότυπα, προκαταλήψεις) όσο και σε ομαδικό και κοινωνικό (θεσμικός ρατσισμός), η αντιρατσιστική προσέγγιση εστιάζεται μέχρι σήμερα κυρίως στην ανάλυση και ανάδειξη του θεσμικού ρατσισμού. Για τους εκπροσώπους της αντιρατσιστικής εκπαίδευσης ο ρατσισμός είναι συνυφασμένος με τη «λευκή ηγεμονία» και γι’ αυτό αποτελεί καθολικό γνώρισμα των δομών και των θεσμών του κράτους (Δαμανάκης 2002 : 1-3)

     Συνεπώς μια εκπαιδευτική παρέμβαση προϋποθέτει την κατανόηση των παρακάτω φαινομένων:

Πως γίνεται να καταγράφεται στην αντίληψη ορισμένων ατόμων κάποιοι άνθρωποι όχι απλώς ως διαφορετικοί- κάτι το οποίο ισχύει για όλους τους ανθρώπους – αλλά ως μέλη μια διαφορετικής ομάδας;

Πως διαμορφώνουν ορισμένοι άνθρωποι μια γενικευμένη άποψη για τα άτομα μιας διαφορετικής ομάδας; Από πού αντλούν τις πληροφορίες τους και για τι επιμένουν να θεωρούν ότι η άποψη αυτή ισχύει για όλα τα άτομα της ομάδας;

Από τι εξαρτάται και πως διαμορφώνεται απέναντι σε άτομα μιας ομάδας η συμπεριφορά  που θεωρείται διαφορετική;

Ποιοι είναι αυτοί που έχουν συμφέρον από την ύπαρξη του ρατσισμού και πως προωθούν την εμφάνισή του; Επιπλέον, ποιοι είναι αυτοί που υποθάλπουν, χωρίς να το θέλουν το ρατσισμό; (Τσιάκαλος 2002, 84)

    Με αφετηρία την παραδοχή ότι οι ρατσιστικές αντιλήψεις και στάσεις για να μεταφραστούν σε ρατσιστικές συμπεριφορές, πρέπει να πληρούνται οι κατάλληλες συνθήκες και ιδιαίτερα η ασύμμετρη κατανομή της εξουσίας, η αντιρατσιστική προσέγγιση οδηγείται στην ανάλυση της σχέσης κυρίαρχης και μειονοτικής ομάδας εστιάζοντας στην κυρίαρχη ομάδα. Η εθνοπολιτισμική προέλευση και διαφορά του Άλλου εκλαμβάνονται απλώς ως ένας επιπρόσθετος παράγοντας που επιτείνει την ανισότητα και την κοινωνική αδικία. Η λύση του προβλήματος δεν μπορεί να είναι η διαφώτιση, αλλά οι ριζικές θεσμικές και δομικές αλλαγές. Γι’ αυτό και οι θέσεις των αντιρατσιστών για τους στόχους της εκπαίδευσης ξεπερνούν τα όρια της δράσης της καθιερωμένης παιδαγωγικής. Ο Mullard ορίζει την αντιρατσιστική εκπαίδευση ως εξής: « Αν έχουμε αναλύσει σωστά το  πρόβλημα της ανισότητας και της αδικίας, δηλ. ως πρόβλημα των δομών τότε μας μένει ένας μόνος δρόμος δράσης, αυτός της αντιπολίτευσης και της ενεργούς αντίστασης. Αυτός είναι για μένα η αντιρατσιστική εκπαίδευση. Ο όρος αυτός μας παραπέμπει σε μια εκπαίδευση που στοχεύει στη ριζική αναδιάρθρωση των εθνοτικών και φυλετικών σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων»( Γκόβαρης 2001, 67).

    Το αίτημα για χειραφέτηση, για ισότητα, δικαιοσύνη, ανεξάρτητα από εθνοπολιτισμική προέλευση, προϋποθέτει το ριζικό ανασχηματισμό της κοινωνίας, αν όχι την ανατροπή βασικών κοινωνικών δομών. Κατά συνέπεια τα τυπικά δικαιώματα ισότητας δεν εμποδίζουν το συστηματικό κοινωνικό και θεσμικό στιγματισμό αλλά αντίθετα τον ενισχύουν. Η απλή αναγνώριση της διαφορετικότητας και η θεσμική κατοχύρωσή της δεν αλλάζει τίποτα αν η μειονοτική ομάδα αποκόπτεται συστηματικά από την πρόσβαση στα κοινωνικά αγαθά και στην πολιτική εξουσία.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

CARL ROGERS: ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΡΑΞΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Ενσυναίσθηση- Ενεργητική ακρόαση